Δευτέρα 18 Οκτωβρίου 2010

Greening Humanity και Σάλτσα a la Ser John Sulston, ή πόσο επιστήμονες είναι οι τεχνοκράτες;




Greening Humanity
και Σάλτσα a la Ser John Sulston,
ή πόσο επιστήμονες είναι οι τεχνοκράτες;


Γράφει ο Κώστας Λάμπος


Το Ευγενίδειο Ίδρυμα, ένα ίδρυμα με ομολογουμένως σοβαρή παρουσία και δράση, διοργάνωσε (14-16.10.2010) σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο του Manchester, Διεθνές Συνέδριο στην Αθήνα με θέμα: «Πρασινίζοντας την Ανθρωπότητα. Επιστήμη, Καινοτομία, Ηθική και Πράσινη Ανάπτυξη». Πρωταγωνιστής σ’ αυτό το συνέδριο ο Sir John Sulston, κάτοχος του βραβείου Νόμπελ Φυσιολογίας και Ιατρικής (2002), για τη συμβολή του στην αποκωδικοποίηση του ανθρώπινου γονιδιώματος (DNA), ο οποίος και πραγματοποίησε την Πέμπτη 14.10.10, ομιλία με θέμα «Ο κεντρικός ρόλος του Πανεπιστημίου για τη δημιουργία μιας παγκόσμιας κοινωνίας βασισμένης στις αρχές της Βιώσιμης Ανάπτυξης».
Να σημειωθεί πως ο κεντρικός ομιλητής, ο Sir John Sulston, ήταν μαζί με τον καθηγητή της Βιοηθικής John Harris, και τον νομπελίστα οικονομολόγο Joseph Stiglitz, οι εμπνευστές μιάς διακήρυξης πενήντα γνωστών επιστημόνων, από όλο τον κόσμο, αναφορικά με το σκοπό, το ρόλο και την "ηθική της επιστήμης", διακήρυξη που είναι γνωστή και ως Μανιφέστο του Μάντσεστερ, (The Manchester Manifesto)[1] Από τις πρώτες κιόλας γραμμές ορίζουν την επιστήμη, μαζί με τις καινοτομίες που φέρνει, ως «μια τεράστια επιχείρηση: εμπορική ή κοινωφελή, δημόσια ή ιδιωτική, βιομηχανική ή εκπαιδευτική, ερασιτεχνική ή επαγγελματική»[2] και στη συνέχεια προσπαθούν να δώσουν μια απάντηση στο ερώτημα σε ποιόν ανήκει η επιστήμη (“Who Owns Science?)[3]. Θα πρέπει να σημειωθεί πως το Μανιφέστο του Μάντσεστερ παρουσιάζεται ως το μεγάλο «κατηγορώ» κατά της εμπορευματοποίησης της επιστήμης. Ας δούμε όμως μερικά βασικά σημεία της φιλοσοφίας του Sir John Sulston και του Manchester Manifesto Group[4] αναφορικά με το σκοπό, το ρόλο και την ηθική της επιστήμης, για να καταλάβουμε που το πάνε και τι μπορούμε να περιμένουμε από το συγκεκριμένο συνέδριο.
1.      Στο ερώτημα σε ποιόν ανήκει η επιστήμη και αφού μιλάνε για «ιδιοκτησία της επιστήμης», «διαχείριση της καινοτομίας», «ιδιοκτησία και διαχείριση της επιστήμης» και επαναλαμβάνουν πως «η επιστήμη αποτελεί μία ραγδαία αναπτυσσόμενη βιομηχανία»[5], τότε απαντούν πως εξαιτίας της εμπορευματοποίησης της επιστήμης και της γνώσης «η επιστήμη ανήκει σε «μερικές πολυεθνικές Εταιρίες»[6]. Δηλώνουν βέβαια πως «η επιστήμη μπορεί να υπηρετεί το κοινό καλό με την παραγωγή γνώσης που έρχεται να καλύψει ανθρώπινες ανάγκες και επιδιώξεις»[7] και αναφέρονται σε μια σειρά από παραδείγματα από τα οποία προκύπτει πως η επιστήμη, η έρευνα και η γνώση είναι αιχμάλωτες των μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων, δηλαδή του μεγάλου Κεφαλαίου, σε βαθμό που να στραγγαλίζεται η έρευνα, να ποδηγετείται η επιστήμη και να χειραγωγείται η γνώση[8].
2.      Στο ερώτημα ποιο είναι το χρέος των επιστημόνων απέναντι στη κατάσταση της εμπορευματοποίησης της επιστήμης, ο Sir John Sulston απαντά: «Οι επιστήμονες και οι ερευνητές είναι υποχρεωμένοι να λειτουργούν μέσα στο σύστημα όπως αυτό έχει, αλλά μπορούν να προσπαθήσουν να το επηρεάσουν προς το καλύτερο»[9]. Κλείνοντας με αυτόν τον εύκολο τρόπο την ευθύνη των επιστημόνων για την επιστήμη, σαν αυτοί να ζουν έξω και υπεράνω της κοινωνίας και της ανθρωπότητας, μεταφέρουν την ευθύνη στους διαχειριστές της πολιτικής εξουσίας: «οι κυβερνώντες μπορούν να ανατρέψουν την κατάσταση χρηματοδοτώντας σοβαρά επιστημονικά έργα στα πανεπιστήμια και στα ερευνητικά ινστιτούτα, αντί να αφήνουν αυτό το ρόλο στις εταιρείες»[10], παραβλέποντας, προφανώς σκόπιμα και όχι από άγνοια, πως ‘οι κυβερνώντες’ είναι περισσότερο, από τους επιστήμονες, εξαρτημένοι από ‘τις εταιρείες’ και συνεπώς δεν μπορούν να έρθουν σε αντίθεση με τις εταιρείες που χρηματοδοτούν και εξασφαλίζουν την πολιτική καριέρα τους.
3.      Το Manchester Manifesto Group υποστηρίζει, και σωστά, πως επειδή «έναντι των οποιωνδήποτε οικονομικών συμφερόντων (ατομικών, επιχειρηματικών ή εθνικών) υπερτερεί το συμφέρον του Δημοσίου και της ανθρωπότητας στο σύνολό της»[11], Στο ερώτημα όμως τι πρέπει να γίνει για να απελευθερωθεί η επιστήμη από τα συμφέροντα κάθε μορφής εξουσίας και να αποδοθεί στην κοινωνία και συνολικά στην ανθρωπότητα.ανήκει ώστε να υπηρετεί το γενικό συμφέρον, δηλώνουν τεχνοκράτες πραγματιστές και αμφιβάλλουν αν μπορεί να γίνει κάτι, «γιατί υπάρχουν πολύ δυνατά επιχειρηματικά λόμπι και δεν ξέρουμε πως θα μπορέσουμε να ξεφύγουμε από αυτή την παγίδα»[12], χωρίς ωστόσο να διερωτώνται πως αφού αυτοί που βρίσκονται στην κορυφή της γνώσης, ως διαχειριστές , συνεχιστές και φύλακες της σημαντικότερης κληρονομιάς της ανθρωπότητας δεν ξέρουν πως θα απελευθερωθεί η επιστήμη από την αιχμαλωσία του Κεφαλαίου, τότε πως απαιτούν από τους επαγγελματίες πολιτικούς και από τους πολίτες-αιχμάλωτους των καπιταλιστικών κάτεργων να ξέρουν;
4.       Στο υποθετικό ερώτημα για τη σχέση μεταξύ καπιταλισμού και επιστήμης ο Sir John Sulston απαντά χωρίς να, και προφανώς για να μην, ερωτηθεί και για να μην παρεξηγηθεί από τις ‘εταιρείες’ ότι: «Η ελεύθερη αγορά είναι ένα χρήσιμος υπηρέτης, αλλά ένα κακός αφέντης. Τα κέρδη είναι ΟΚ ως οδηγός στη μικρή κλίμακα. Αλλά το πλαίσιο στο οποίο λειτουργεί όλο αυτό πρέπει να φτιαχτεί λαμβάνοντας υπόψη λογικούς και μακροπρόθεσμους παράγοντες»[13], χωρίς να κάνει πουθενά λόγο για το ρόλο της εργαζόμενης κοινωνίας-ανθρωπότητας σαν να μην την αφορά και σαν να μην υπάρχει.
Νομίζω πως όλη αυτή η μισοαληθινή και αληθοφανής ‘εξομολόγηση-απολογία’, γιατί για μανιφέστο δεν φαίνεται, αποπνέει τη γνωστή αντιδραστική, αντεπιστημονική[14], την απάνθρωπη και αντικοινωνική ιδεολογία του τεχνοκρατισμού που κρύβεται πίσω από το δάκτυλο του με την υποτιθέμενη ‘ουδετερότητα του επιστήμονα’ στην προσπάθειά του να κρύψει τις ευθύνες του "κακού αφετνικού"Είναι προφανές πως έχουμε να κάνουμε με τη λογική του ενταγμένου στο σύστημα εξουσίας του Κεφαλαίου τεχνοκράτη που επέλεξε να τα έχει καλά με το ‘κακό αφεντικό’ με αντάλλαγμα μερικά projects (έργα) για την προώθηση του νέου επιχειρηματικού Κολοράντο του ηγεμονικού Κεφαλαίου, που ακούει στο φανταχτερό, όσο και μαγικό όνομα (Greening Humanity), παρασινιζόμενη ανθρωπότητα. Πρόκειται, όπως είναι γνωστό για ένα σχέδιο που κατά καιρούς φρεσκάρεται από τα αμερικανικά στρατηγεία, πότε ως «πράσινη επανάσταση» και πότε, όπως και στα καθ’ ημάς, ως «πράσινη ανάπτυξη» του καπιταλισμού. Και για να μην φανεί και απολίτικη η ομάδα του Μανιφέστου του Μάντσεστερ, (γιατί πάντα οι ‘ουδέτεροι επιστήμονες’  και προσκυνημένοι τεχνοκράτες θέλουν να τα έχουν καλά με τις εξουσίες), προστίθεται σ’ αυτή την εξομολόγηση και μια σοσιαλδημοκρατική πινελιά για κάποια αφηρημένη δυνατότητα εξανθρωπισμού του καπιταλισμού. Το γεγονός όμως πως κάνουν λόγο για ‘ηθική της επιστήμης’ και όχι ηθική ή ανηθικότητα των επιστημόνων, των ‘εταιριών’, των κυβερνώντων και του καπιταλισμού, νομίζω πως δημιουργεί ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα επιστημολογίας και επιστημονικής δεοντολογίας που θαμπώνει σοβαρά τους ακαδημαϊκούς τίτλους και τα λαμπερά βραβεία τους. Έκαναν όμως τις επιλογές τους να είναι με το σύστημα. Το σύστημα που έμαθε στο μεταξύ να εκμεταλλεύεται για λογαριασμό του την επιστήμη, η οποία αποτελεί το καταστάλαγμα των αγώνων και των θυσιών χιλιάδων γενεών και ολόκληρης της ανθρωπότητας, ταΐζοντας πιά και μην καίγοντας τους επιστήμονες, που έμαθε να εξαγοράζει τους εξαγοράσιμους με τα αργύρια της προδοσίας της επιστήμης και της κοινωνίας. Όσο για τους μη εξαγοράσιμους αυτοί μπορούν να γίνουν ταξιτζήδες, να φυτοζωούν ή και να πεθαίνουν στιγματισμένοι μόνοι τους από την πείνα.
Δεν ξέρω πόσοι εξωνημένοι υπηρέτες του Κεφαλαίου ξερογλείφονται για το τυράκι της ‘πράσινης ανάπτυξης’ και της ‘πρασινιζόμενης ανθρωπότητας’, χωρίς να βλέπουν τη φάκα. Δεν ξέρω επίσης αν όλοι αυτοί οι χυδαίοι τεχνοκράτες υπηρέτες του Κεφάλαιου έχουν συνείδηση της ευθύνης τους, που με τη δική τους υπογραφή καταστρέφεται η Φύση, η ζωή και ο ανθρώπινος πολιτισμός για να περνάνε αυτοί καλά και  "να είναι το κέρδος ΟΚ", ξέρω όμως πως κι’ αυτή η υπόσχεση για το νέο καπιταλιστικό παράδεισο, οδηγεί την εργαζόμενη κοινωνία και την εργαζόμενη ανθρωπότητα ένα ακόμα βήμα προς την κόλαση της καπιταλιστικής βαρβαρότητας. Εκτιμώ, τέλος, πως οι δυνάμεις της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού δεν μπορούν πιά να περιμένουν τίποτα από τον καπιταλισμό, τον όποιο καπιταλισμό, ‘τις εταιρείες’, τους κυβερνώντες’ τους παρακυβερνώντες, τους εκπροσώπους τους στα συνδικάτα και στα αστικά κοινοβούλια, και τους ‘ουδέτερους τεχνοκράτες’ με τις μισές αλήθειες και τα ολόκληρα παραμύθια τους και γι’ αυτό είναι υποχρεωμένες να πάρουν την τύχη τους στα χέρια τους και συνεπώς είναι υποχρεωμένες να κοινωνικοποιήσουν σταδιακά και επίμονα την επιστήμη και την επιστημονικά έγκυρη και κοινωνικά χρήσιμη γνώση, για να μπορέσουν στη συνέχεια και σύντομα να κοινωνικοποιήσουν τον πλούτο και την ευτυχία πάνω στον, για για το ανθρώπινο γένος, μόνο  και μοναδικό παράδεισο που υπάρχει στον Μεγαλοπρεπές Σύμπαν, στον πλανήτη Γη.
Αυτόν τον παράδεισο μπορούμε και πρέπει να τον κερδίσουμε, γκρεμίζοντας με γνώση και επαναστατική φαντασία και σύνεση την καπιταλιστική κόλαση, αντικαθιστώντας την καπιταλιστική βαρβαρότητα με τον Ανθρωπισμό.


[2] «Science, along with the innovation it generates, is a vast enterprise: commercial and pro-bono, public and private, industrial and educational, amateur and professional», ό. π.
[3] Ό. π.
[4] Ό. π.
[5] «Science is a rapidly growing industry», ό. π.
[6] Βλέπε Ρέμπελου Άννα, Σε πρώτο πρόσωπο, παρουσίαση του Τζον Σάλτσον, στο IΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΠΕΝΔΥΤΗ/NFORMER, 09.10.2010.
[7]Science can serve the public good by generating knowledge to meet human needs and purposes», http://www.isei.manchester.ac.uk/TheManchesterManifesto.pdf
[8] «Αιχμή του δόρατος αποτελεί για τους υπογράφοντες το καθεστώς των ευρεσιτεχνιών. ‘Αντί να προωθούν την καινοτομία, οι ευρεσιτεχνίες στην πράξη συχνά την καταστέλλουν», έγραψε ο Σούλστον στον βρετανικό Guardian και ιδού γιατί: ‘Τα φάρμακα γίνονται “αειθαλή” όταν πρόκειται να εκπνεύσουν οι πατέντες που τα συνοδεύουν. Τότε, οι εταιρείες που τα παρασκευάζουν αγοράζουν τις πατέντες δυνητικά ανταγωνιστικών προϊόντων ώστε να μη βρουν ποτέ τον δρόμο της μαζικής παραγωγής. Επιπλέον, οι εταιρείες καθορίζουν συχνά τιμές, οι οποίες υπερβαίνουν σε τεράστια κλίμακα το κόστος παραγωγής του φαρμάκου και το οποιοδήποτε λογικό κέρδος’.
Το Μανιφέστο του Μάντσεστερ εκφράζει την ανησυχία των επιστημόνων για το γεγονός ότι η εμπορευματοποίηση, με τη μορφή των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, διαπερνά σε αυξανόμενη έκταση και τη δημόσια σφαίρα. «Ακόμη και στα πανεπιστήμια», αναφέρουν οι διαπρεπείς επιστήμονες, ‘η παραγωγή νέας, επιστημονικής γνώσης και τεχνολογικής καινοτομίας, αν και έχει ήδη πληρωθεί από τον κρατικό προϋπολογισμό, ιδιωτικοποιείται και πωλείται εκ νέου στο κοινό μέσω των ευρεσιτεχνιών, που οδηγούν στην παραγωγή εμπορικώς εκμεταλλεύσιμα προϊόντα’.
Ιδιαίτερα προκλητική θεωρούν οι υπογράφοντες την ιδιωτικοποίηση της ίδιας της Φύσης. Ενδεικτικά, εκτιμούν ότι ‘περίπου το 20% των ανθρωπίνων γονιδίων έχουν ήδη πατενταριστεί ή αποτελούν αντικείμενο αιτήσεων για άδεια ευρεσιτεχνίας. Ως αποτέλεσμα, η έρευνα πάνω σε συγκεκριμένα γονίδια περιορίζεται από εταιρείες που έχουν κατοχυρώσει τις αντίστοιχες πατέντες’. Επαναφέροντας μια ξεχασμένη έκκληση της Γαλλικής Επανάστασης, οι Σούλστον, Χάρις και Στίγκλιτς υποστηρίζουν ότι ‘έναντι των οποιωνδήποτε οικονομικών συμφερόντων (ατομικών, επιχειρηματικών ή εθνικών) υπερτερεί το συμφέρον του Δημοσίου και της ανθρωπότητας στο σύνολό της’», http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_world_1_28/02/2010_392386.
[9] Ό. π. Βλέπε Ρέμπελου Άννα, Σε πρώτο πρόσωπο…, ό.π., (διπλή υπογράμμιση Κ.Λ.)
[10] Ό. π.
[12] Βλέπε Ρέμπελου Άννα, Σε πρώτο πρόσωπο, παρουσίαση του Τζον Σάλτσον…, ό. π.
[13] Ό. π. , (διπλή υπογράμμιση Κ.Λ.).
[14] Γιατί η επιστήμη από τη φύση της ήταν, είναι και θα παραμείνει, παρά τις όποιες πρόσκαιρες παγίδες των τεχνοκρατών και του καπιταλισμού, επαναστατική, απελευθερωτική και ουμανιστική, επειδή, όπως πρόβλεψε ο Αριστοτέλης, δημιουργεί τις προϋποθέσεις για ένα καλύτερο κόσμο, στον οποίο οι δούλοι της μισθωτής εργασίας να μην χρειάζονται αφέντες και συνεπώς να μπορούν να αυτοαπελευθερωθούν και να χτίσουν ένα Νέο Οικουμενικό Ουμανιστικό Πολιτισμό, της Άμεσης Δημοκρατίας και της Αταξικής Κοινωνίας.

Σάββατο 16 Οκτωβρίου 2010

Το θέμα είναι να καταλάβουμε τη φιλοσοφία της Άμεσης Δημοκρατίας


Τις αγορεύειν βούλεται;

Η πρόσφατη επίσκεψη στην Ελλάδα του δημάρχου της ανδαλουσιανής κωμόπολης Μαριναλέντα, αν και πήρε δημοσιότητα αρκετή για να τον μάθει το πανελλήνιο, δεν πυροδότησε πολλές συζητήσεις για ένα θέμα που είναι πάντα επίκαιρο.
Αυτό της άμεσης δημοκρατίας που εφαρμόζεται με απόλυτη επιτυχία σε αυτή τη μικρή περιοχή του πλανήτη, σε πλήρη αντίθεση με το πνεύμα του απόλυτου καπιταλισμού. Ο Γκορντίγιο, ο δήμαρχος της πόλης, εκλέγεται με 75% εδώ και 30 χρόνια.
Η άμεση δημοκρατία είναι η μορφή του πολιτεύματος που είχε επιλέξει η αρχαία Αθήνα του Χρυσού Αιώνα (50ς-4ος αι. π.Χ.). Το κύριο χαρακτηριστικό της ήταν η παντελής έλλειψη κράτους και όλη η εξουσία ήταν στην Εκκλησία του Δήμου. Δηλαδή στη Γενική Συνέλευση των ελεύθερων πολιτών. Είναι η αγαπημένη αναφορά όλων των κλασικών του αναρχισμού και αντικείμενο μελέτης χιλιάδων ερευνητών ανά τον κόσμο που έχουν αποδώσει θαυμάσια έργα, τα πιο πολλά ακόμα αμετάφραστα στη γλώσσα μας.
Υπάρχει ένας εθνικός μύθος που υποστηρίζει πως η Ελλάδα χρησιμοποιήθηκε σαν μοντέλο για τις σύγχρονες δημοκρατίες δυτικού τύπου. Αν υποθέσουμε πως μπορούσε να ερχόταν στην Αθήνα ένας πολίτης της αρχαίας πόλης, θα διαπίστωνε πως το πολίτευμά μας είναι ολιγαρχικό και όχι δημοκρατικό. Η κυβέρνηση θα του έμοιαζε σαν την «Τυραννία των τριάκοντα» που επιπλέον έχουν και ένα μονάρχη. Δηλαδή, τον αρχηγό του κόμματος που πάντα προορίζεται για πρωθυπουργός. Αν θέλουμε να ψάξουμε συγγενικά μοντέλα, αυτά θα τα βρούμε στις αναρχικές κοινότητες ανά τον κόσμο, πειράματα που δεν κατάφεραν να κάνουν τη δικιά τους πολιτεία.
Ενας δεύτερος μύθος που υπάρχει είναι πως η άμεση δημοκρατία επινοήθηκε μόνο στην Αθήνα. Σε μια συνάντηση που έγινε στο Παρίσι το 2000, μαζεύτηκαν καθηγητές πανεπιστημίου από πολλές χώρες και με διάφορες ειδικότητες (ανθρωπολόγοι, αρχαιολόγοι, ιστορικοί κ.λπ.) για να κουβεντιάσουν ακριβώς αυτό το θέμα. Οι εργασίες τους βγήκαν σε βιβλίο (Qui Veut Prendre La Parole - εκδόσεις Seuil). Την επιμέλεια του τόμου, που καταρρίπτει αυτήν την ανακρίβεια, την έχει ο Μαρσέλ Ντετιέν.
Στην αρχαία Ελλάδα ήταν πολλές εκατοντάδες οι μικρές κοινότητες που είχαν την ίδια ελευθερία και ισονομία με την Αθήνα. Για αιώνες πειραματίζονταν με μορφές ισότητας και ελευθερίας. Αρα η Αθηναϊκή Δημοκρατία δεν έπεσε από τον ουρανό, αλλά ήταν προϊόν μακράς ιστορικής εξέλιξης. Αλλά το πιο εντυπωσιακό απ' όλα είναι πως η άμεση δημοκρατία εφαρμόστηκε σε διάφορες εποχές, από λαούς και πολιτισμούς που δεν είχαν έρθει σε επαφή μαζί τους.
Στην Ιταλία του 11ου και 12ου αιώνα έχουμε δεκάδες πόλεις που κινούνταν με αυτές τις αρχές. Οι Ουκρανοί και οι Ρώσοι ιστορικοί ανακάλυψαν τις κοινότητες των Κοζάκων που για τρεις αιώνες (14ος-16ος αι.) είχαν άμεση δημοκρατία. Και οι ανθρωπολόγοι που πήγαν πρόσφατα στο Νότιο Σουδάν για να μελετήσουν τα συστήματα συγγενείας, ανακάλυψαν τη φυλή Οσόλο που σχεδόν κάθε μέρα είχαν τη γενική τους συνέλευση για να αποφασίζουν για όλα τα πράγματα που τους αφορούσαν. Ολες οι μελέτες είναι εξαιρετικά θεμελιωμένες και ας ελπίσουμε πως θα βρεθεί κάποιος εκδότης να το μεταφράσει στα ελληνικά. Θα είναι μια προσφορά στην πολιτική σκέψη, μέσα από ένα βιβλίο που δεν είναι πολιτικό, αλλά αυστηρά επιστημονικό.
Σε αυτό το βιβλίο μπαίνει και το ερώτημα κατά πόσο η Αθηναϊκή Δημοκρατία ήταν κληρονόμος μιας παλιότερης αρχαϊκής κοινωνίας που είχε τέτοιες δομές ισότητας. Αλλά το ερώτημα εγκαταλείπεται αμέσως, γιατί δεν υπάρχει ελπίδα να βρεθούν οι αποδείξεις και κανείς ιστορικός δεν θα έπαιρνε αυτό το ρίσκο.
Το ερώτημα που μπαίνει από πολλούς είναι αν αυτά τα πράγματα είναι εφαρμόσιμα σήμερα. Π.χ. πώς θα μπορέσει να γίνει άμεση δημοκρατία στην Κίνα με το 1,3 δισ. του πληθυσμού της; Σίγουρα τόσο μεγάλο στάδιο δεν υπάρχει που να τους χωράει, ούτε ακόμα στην ίδια την Κίνα, που ειδικεύεται στις γιγαντιαίες κατασκευές. Αλλά το πρόβλημα δεν είναι να αντιγράψουμε ένα αρχαίο μοντέλο που διαμορφώθηκε σε μια συγκεκριμένη ιστορική στιγμή.
Το θέμα είναι να καταλάβουμε τη φιλοσοφία της Δημοκρατίας. Τα υπόλοιπα είναι προβλήματα τεχνικής φύσης. Για τη Γαλλική Επανάσταση, για την Παρισινή Κομμούνα όπως και για όλους τους στοχαστές-επαναστάτες του 19ου αιώνα, η κλασική Αθήνα ήταν μια αναφορά και ένα μοντέλο. Αυτοί που δεν κατάλαβαν τίποτα ήταν ο Μαρξ και ο Ενγκελς. Τυχαίο; Μα γι' αυτό θα χρειαστεί να επανέλθουμε. 
_____________________________